Τα νησιά των Κυκλάδων, η Λευκάδα, η Κεφαλονιά, η Αθήνα και τα νησιά του Αργοσαρωνικού (π.χ. Σπέτσες, Υδρα) αποτελούν σήμερα τις πέντε ακριβότερες περιοχές για επενδύσεις στην αγορά κατοικίας. Παρ’ όλα αυτά, το επενδυτικό ενδιαφέρον από το εξωτερικό εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα ζωηρό και πρόκειται να εκδηλωθεί μόλις ξεπεραστεί η πανδημία.

Σύμφωνα με σχετική έρευνα του βρετανικού ομίλου Astons, που ειδικεύεται σε προγράμματα επενδυτικής μετανάστευσης, η ελληνική αγορά ακινήτων παραμένει μεταξύ των βασικών επιλογών ξένων –και δη Βρετανών– επενδυτών, καθώς ακόμα και τα ακριβότερα τμήματά της είναι εξαιρετικά προσιτά σε σχέση με άλλες περιοχές.

Για παράδειγμα, με βάση τα στοιχεία της Astons, η μέση τιμή πώλησης κατοικιών διαμορφώθηκε σε 222.348 ευρώ στο τέλος του 2020, σημειώνοντας μάλιστα και αύξηση κατά σχεδόν 6% έναντι του 2019, όταν η μέση τιμή ήταν της τάξεως των 210.000 ευρώ. Ακόμα κι έτσι, το κόστος παραμένει 85% χαμηλότερο από τη μέση τιμή αγοράς κατοικίας σε μια από τις δημοφιλείς συνοικίες του κεντρικού Λονδίνου, όπως το Κένσιγκτον και το Τσέλσι.

Αντίστοιχα, άνοδο κατά 8,7% σημείωσαν πέρυσι οι τιμές των κατοικιών και στη Λευκάδα, με το μέσο κόστος να αγγίζει τις 165.000 ευρώ, από 151.790 ευρώ στο τέλος του 2019. Στην Αθήνα, η οποία είναι η τέταρτη ακριβότερη περιοχή, το μέσο κόστος των πωλούμενων κατοικιών διαμορφώνεται σε 157.415 ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 3% σε ετήσια βάση. Στο σύνολο της χώρας, η μέση τιμή διαμορφώνεται σε 131.040 ευρώ, υψηλότερη κατά 2,7% σε σχέση με το 2019, όταν το σχετικό κόστος ανερχόταν σε 127.600 ευρώ. Στον αντίποδα, η χαμηλότερη τιμή εντοπίζεται στη Φλώρινα, όπου τα πωλούμενα ακίνητα κοστίζουν μόλις 43.176 ευρώ (-4,3%), ενώ στο Κιλκίς, παρά την περυσινή αύξηση κατά 20%, το μέσο κόστος πώλησης δεν ξεπερνάει τις 50.400 ευρώ. Στις φθηνές πόλεις συγκαταλέγονται επίσης η Καρδίτσα (51.576 ευρώ), η Καστοριά (56.000 ευρώ) και οι Σέρρες (56.868 ευρώ).

Η Astons αναφέρει ότι τα νησιά των Κυκλάδων θα παραμείνουν στο επίκεντρο των επενδυτών από το εξωτερικό, ιδίως όσων διαθέτουν σημαντικό εισόδημα, καθώς η συγκεκριμένη κατηγορία προτάσσει την υψηλή ποιότητα ζωής για τους ίδιους και την οικογένειά τους ως τον βασικότερο παράγοντα για την απόκτηση ακινήτου. Προτιμούν δηλαδή ακίνητα σε περιοχές που προσφέρουν το παραπάνω χαρακτηριστικό, ακόμα κι αν αυτό αποβαίνει εις βάρος της ετήσιας απόδοσης της επένδυσης.

Σύμφωνα με τους αναλυτές της εταιρείας, «η Ελλάδα προσφέρει εξαιρετικό κλίμα και αισθητά χαμηλότερο κόστος απόκτησης κατοικίας σε σχέση με τη Μεγ. Βρετανία, με αποτέλεσμα να θεωρείται βασική επιλογή για Βρετανούς επενδυτές». Παράλληλα, μετά και την επισημοποίηση του Brexit, η Ελλάδα αναμένεται να αποβεί ακόμα πιο ελκυστικός προορισμός, καθώς αρκετοί Βρετανοί θα θελήσουν να επωφεληθούν και του σχετικού προγράμματος χορήγησης αδειών παραμονής «Χρυσή Βίζα».

Μάλιστα, η Astons αναφέρει ότι το ελληνικό πρόγραμμα είναι επίσης ιδιαίτερα προσιτό, καθώς αρκούν 252.328 ευρώ (μαζί με τα σχετικά έξοδα) για την απόκτηση ακινήτου και τη χορήγηση άδειας για τον επενδυτή και τα μέλη της οικογένειάς του, με την όλη διαδικασία να απαιτεί περίπου δύο μήνες.

Του Νίκου Ρουσάνογλου
*Το άρθρο αναδημοσιεύεται από την ιστοσελίδα www.kathimerini.gr