Ανοδος 9,4% στις διεθνείς τιμές κατοικιών το α΄ τρίμηνο του 2021. Είναι η μεγαλύτερη των τελευταίων 30 ετών μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Τα κεφάλαια που αναγκαστικά αποταμίευσαν τα νοικοκυριά ανά τον κόσμο εξαιτίας της πανδημίας, το αυξημένο ενδιαφέρον για περισσότερο χώρο και για καλύτερες συνθήκες στέγασης, συνεπακόλουθο των lockdowns και της τηλεργασίας, αλλά και τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια σε ένα περιβάλλον παγκόσμιας ανάκαμψης έχουν οδηγήσει τις τιμές των κατοικιών στη μεγαλύτερη άνοδο δύο και πλέον δεκαετιών. Οι τιμές των κατοικιών αυξάνονται περισσότερο από τα εισοδήματα και ενδέχεται να οδηγηθούν σε επίπεδα που θα καθιστούν απρόσιτη την αγορά κατοικίας. Αυξάνονται, άλλωστε, και περισσότερο από όσο αυξάνονται τα ενοίκια.
Σύμφωνα με σχετική έρευνα των Financial Times, το πρώτο τρίμηνο του έτους και καθώς οι οικονομίες ανακάμπτουν δυναμικά, η αύξηση των τιμών των κατοικιών μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών του ΟΟΣΑ έφτασε το 9,4% και ήταν η μεγαλύτερη των τελευταίων 30 ετών. Τα πορίσματα της έρευνας συμπίπτουν με τις εκτιμήσεις της Ντενίζ Ιγκάν, στελέχους του ΔΝΤ, που διαπιστώνει ότι στη διάρκεια του περασμένου έτους κατεγράφη «μεγάλη αύξηση των τιμών των κατοικιών σε όλο το βόρειο ημισφαίριο». Τα στοιχεία καταδεικνύουν πως οι τιμές των κατοικιών παρέμειναν σε ανοδική πορεία και το δεύτερο τρίμηνο του έτους.
Ειδικότερα, στις ΗΠΑ οι τιμές των κατοικιών σημείωσαν τον Απρίλιο τη μεγαλύτερη αύξηση των τελευταίων 30 ετών, ενώ ανάλογες αυξήσεις έχουν καταγραφεί σε Βρετανία, Νότια Κορέα, Νέα Ζηλανδία, Καναδά και Τουρκία. Οπως επισημαίνει ο Ενρίκε Μαρτίνεζ Γκαρσία, οικονομολόγος της Federal Reserve του Ντάλας, σε ορισμένες χώρες παρατηρείται ένα είδος «πυρετού των κατοικιών». Τον αποδίδει στην άκρως αναπτυξιακή δημοσιονομική και νομισματική πολιτική που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις για να αντιμετωπίσουν τον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας. Οπως τονίζει, «οι εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης που προσφέρουν τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια καθιστούν πιο προσιτή την αγορά κατοικίας και πιο συμφέρουσα από την ενοικίαση, όπως και από άλλες επενδύσεις». Ο ίδιος προσθέτει, άλλωστε, ότι «πολλά από τα κεφάλαια που αποταμιεύθηκαν έχουν διοχετευθεί στην αγορά κατοικίας».
Εξάλλου, τα lockdowns και η στροφή στην τηλεργασία δημιούργησαν νέες προτεραιότητες για πολύ κόσμο που αναζητά πιο ευρύχωρες κατοικίες ή κατοικίες σε πιο ήσυχες περιοχές, ώστε να διευκολύνεται η εργασία από το σπίτι. Μιλώντας στους FT ο Ματίας Πλέιζνερ, οικονομολόγος του οίκου αξιολόγησης Scope Ratings, επισήμανε πως τις ανοδικές τάσεις των τιμών των κατοικιών «ενέτεινε η ανεπάρκεια προσφοράς και το υψηλό κόστος ανέγερσης κτιρίων», συνεπακόλουθο των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα εν μέσω της πανδημίας, αλλά και της εκτίναξης του κόστους των πρώτων υλών, όπως ο χάλυβας, η ξυλεία και ο χαλκός. Ως εκ τούτου ο Μπρετ Χάουζ, οικονομολόγος της καναδικής τράπεζας Scotiabank, προειδοποιεί για «μια δομική ανισορροπία ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση σε ό,τι αφορά τα αποθέματα κατοικιών» και προεξοφλεί πως αυτή θα ενισχυθεί περαιτέρω τους επόμενους μήνες.
Σε ό,τι αφορά τα παρεπόμενα αυτής της ανόδου των τιμών των κατοικιών, η βρετανική εφημερίδα παραθέτει την εκτίμηση του Κλαούντιο Μπόριο, στελέχους της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, που χαρακτηρίζει «καλή εξέλιξη για την οικονομία την ανατίμηση των κατοικιών, καθώς καθιστά πλουσιότερους όσους έχουν σπίτια». Ο ίδιος τονίζει, πάντως, πως αν παγιωθεί η ανοδική πορεία σε ένα είδος μη βιώσιμης εκρηκτικής ανόδου, τότε μπορεί να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα.
- Το άρθρο αναδημοσιεύεται από την ιστοσελίδα www.kathimerini.gr